Τρίτη 16 Δεκεμβρίου 2014

Για το μαλάκα τον νεοέλληνα, τον παρτάκια, τον βολεμένο, τον ηλίθιο, τον νοικοκυραίο…

Του antapoΚΡΙΤΗ.
«Είμαι κομμουνιστής
Είμαι αγάπη απ' τη κορφή ως τα νύχια,
αγάπη θα πει βλέπω, σκέφτομαι, κατανοώ, …
αγάπη θα πει να χύνεις τ' ατσάλι μ' απέραντο μόχθο
Είμαι κομμουνιστής.
Είμαι αγάπη απ' την κορφή ως τα νύχια…»

Ναζίμ Χικμέτ
Ευτυχώς ο Χικμέτ πέθανε προτού οι αριστεροί βαλθούν να αντιγράφουν την ανυπομονησία που χαρακτηρίζει άλλους χώρους. Προτού αρχίσουν κι αυτοί – δίπλα σε άλλους – τη χλεύη και το βρίσιμο στους βολεμένους, στους μαλάκες και στους μικροαστούς. Γιατί ο Χικμέτ ήταν κομμουνιστής και καταλάβαινε ότι για «να γυρίσει ο ήλιος θέλει δουλειά πολλή», αλλά και ότι «Σε κάθε ιστορική περίοδο, οι κυρίαρχες ιδέες είναι οι ιδέες της άρχουσας τάξης».
Και αντί να τα χώνει κάθε τρεις και λίγο στην κοινωνική πλειοψηφία που βρωμάει συντηρητισμό, μικροαστίλα, καναπέ, κατανοούσε τη σχέση κεφάλαιο και.... πάσχιζε να την αλλάξει. Καταλάβαινε ότι η φύση του ανθρώπου είναι ιστορικά διαμορφωμένη. Και μέσα σε αυτές τις συνθήκες δεν μπορεί παρά να κουβαλά αθλιότητες, μιζέριες και αναπηρίες. Αυτό το πράγματα το κατανοούσε αλλά δεν το αποδεχόταν. Και αντί να ξεσπάσει στο φαινόμενο (το παθητικό και αμέτοχο μαλάκα μικροαστό), πάλευε να ανατρέψει τον νόμο (τις σχέσεις και τις συνθήκες που τον διαμορφώνουν).

Ο Χικμέτ ήταν κομμουνιστής.
Μία από τις ερωτήσεις που τα επαναστατικά κινήματα θέτουν στον εαυτό τους, είναι αν πιστεύουν ότι ο λαός της χώρας τους μπορεί να κάνει επανάσταση. Αν έχουν εμπιστοσύνη στο λαό υπέρ του οποίου αγωνίζονται. Αν έχουν πίστη στις δυνατότητές του. Πίστη όχι μεταφυσική ούτε ιδεαλιστική. Ρεαλιστική πίστη που φυτρώνει πάνω στην υλική πραγματικότητα των άθλιων κοινωνικών σχέσεων που πρέπει να ανατραπούν. Αυτή η πίστη θα τροφοδοτεί με δύναμη κάθε νέα προσπάθεια που γεννιέται στις στάχτες και στα αποκαΐδια των προηγούμενων αποτυχημένων προσπαθειών. Αλλιώς ο κομμουνισμός για τους κομμουνιστές θα ήταν χόμπι. Και το αποτέλεσμα θα ήταν βράστα και άστα. Γιατί είναι αμέτρητες οι απογοητεύσεις, οι ήττες και οι διαψεύσεις των προσδοκιών. Και η μόνη γραμμή άμυνας σε αυτή την κατάσταση, είναι η αστείρευτη πίστη στις δυνατότητες του λαού, ξανά και ξανά, μετά από κάθε προδοσία, ήττα, άπνοια, ύπνωση.

Μπαίνουμε ήδη στον τρίτο χρόνο μιας παρατεταμένης αδράνειας. Είναι από κάθε άποψη κατανοητή η οργή, η αγανάκτηση, η τσαντίλα και ο θυμός των αριστερών για την κατάσταση. Όμως οι ευθύνες δεν βαραίνουν γενικώς και αορίστως την κοινωνία που δεν αλλάζει. Βαραίνουν αυτούς που λένε ότι θέλουν να αλλάξουν την κοινωνία και δεν μπορούν ή στο βάθος δεν θέλουν. Το εντυπωσιακό είναι ότι η αντιεξουσιαστική ανυπομονησία ταυτίζεται απόλυτα με τις δικαιολογίες μιας ενσωματωμένης Αριστεράς: «Μα η κοινωνία δεν αγωνίζεται». Και κάθε απαίτηση προς την Αριστερά να αποκτήσει θέσεις ρήξης και ανατροπής, θα προσκρούσει στο χιλιοειπωμένο επιχείρημα: «Βλέπετε εσείς κανένα λαό που να θέλει ρήξεις και ανατροπές»;

Και από εκεί που η Αριστερά θα όφειλε να διαμορφώνει την κοινωνία και τους συσχετισμούς, αρκείται απλά να τους φωτογραφίζει και φιλοδοξεί να τους εκφράζει: Δεξιός ο κόσμος; Δεξιά και η Αριστερά. Συντηρητικός ο κόσμος; Συντηρητική και η Αριστερά. Φοβάται ο κόσμος; Φοβάται και η Αριστερά. Και από κοινού και ομοθυμαδόν οι οπαδοί της επερχόμενης κυβέρνησης της Αριστεράς με τους αντιεξουσιαστές: «Δεν ξεκολλάει από τον καναπέ ο νεοέλληνας»…

Με αφορμή την απεργία πείνας του Ρωμανού και την ηρωική του στάση, προέκυψε – φυσιολογικά – ένας ορισμένος θαυμασμός. Το πρόβλημα προκύπτει όταν ο θαυμασμός περιλαμβάνει την κοσμοθεωρία του αντιεξουσιαστικού και αναρχικού χώρου. Γιατί όσο ηρωική και αγωνιστική είναι η στάση του Ρωμανού, αυτό δε σημαίνει ότι τα αδιέξοδα και η αυτοκαταστροφικότητα του συγκεκριμένου πολιτικού χώρου παύουν να υπάρχουν. Δεν σημαίνει ακόμα ότι έχει αλλάξει ο δρόμος προς την κοινωνική απελευθέρωση και από εκεί που ήταν έργο των μαζών, έγινε έργο των επαναστατών. Μια φορά κι έναν καιρό στην Ελλάδα υπήρχε ένας Μπελογιάννης. Σήμερα υπάρχει ένας Ρωμανός. Όμως, με κάθε σεβασμό σε κάθε αγωνιστή, οι ιδεολογίες τους δεν ταυτίζονται.

Το να χαζεύεις τις συγκρούσεις με τους μπάτσους είναι ευκολότερο από το να σηκώσεις με την καθημερινή, κουραστική και απαιτητική δουλειά το συμβιβασμένο λαό από τον καναπέ του. Αυτή είναι η θεμελιώδης ιδιότητα της Αριστεράς, που όμως οι οργανώσεις και τα κόμματα της Αριστεράς την έχουν εδώ και δεκαετίες απωλέσει. Και αυτή τη δουλειά πλέον δεν την κάνει κανείς. Απολύτως κανείς. Από το ΚΚΕ και τον ΣΥΡΙΖΑ, μέχρι την αναρχία.

Αντί να ξεσπάμε στο μαλάκα νεοέλληνα που ενοχλήθηκε από τον Ρωμανό, αλλά δεν ενοχλήθηκε από το Ρέστη, καλό είναι να επιμείνουμε στην επίπονη ανατροπή των κοινωνικών συσχετισμών. Να μη συμβιβαζόμαστε με την κατάσταση της κοινωνίας, αλλά και να μην παραιτούμαστε από την προσπάθεια να την ανατρέψουμε, διασώζοντας απλά την ατομική μας αγωνιστική ηθική. Μια τέτοια πρόθεση περιλαμβάνει το συγχρωτισμό με ανθρώπους που έχουν άλλα χνώτα, που έχουν διαμορφωθεί βαθιά από τις υπαρκτές κοινωνικές σχέσεις, που διακρίνονται από ιδιοτέλεια, από παθητικότητα, από πραγματισμό. Αυτή είναι η ιστορικά διαμορφωμένη φύση του ανθρώπου και αυτή η φύση πρέπει να αλλάξει. Σε κάθε άλλη περίπτωση θα αναζητούμε διαρκώς τους ήρωες των χαμένων μαχών που ξεμακραίνουν όλο και περισσότερο από τον «παροιμιώδη μέσο ανθρωπάκο». Τελικά ας το ξανασκεφτούμε: «εμείς τραγουδάμε για να ξεχωρίσουμε αδελφέ μου απ’ τον κόσμο» ή για να σμίξουμε μαζί του;

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Παρακαλούμε για τα σχόλια, να χρησιμοποιείτε Ελληνική γραμματοσειρά και σε ευπρεπές επίπεδο, όπως αρμόζει στο χώρο-χωρίς να θίγεται η τιμή και η υπόληψη κανενός πολίτη.
(«Δεν δημοσιεύονται σχόλια χυδαία και υβριστικά, καθώς και ανώνυμες καταγγελίες και χαρακτηρισμοί κατά προσώπων ή φορέων που δεν τεκμηριώνονται.”)