Σάββατο 21 Μαρτίου 2015

ΕΠΙΛΟΓΗ ΔΙΕΥΘΥΝΤΩΝ ΜΕ ΕΚΛΟΓH: Ποιός και γιατί φοβάται τους εκπαιδευτικούς;

Posted by anexartitosima on 21/03/2015
Νίκος Μπέκης*
Πολλή συζήτηση προκάλεσε η δήλωση πρόθεσης της ηγεσίας του Υπουργείου Παιδείας για επιλογή των Διευθυντών των Σχολικών Μονάδων με εκλογή απ’ τους Συλλόγους Διδασκόντων. Οι επικρίσεις προέρχονται, προς το παρόν, απ’ τους κύκλους των μέχρι σήμερα Διευθυντών καθώς και επίδοξων να καταλάβουν τέτοιες....
 θέσεις. Και επικεντρώνονται σε δυο βασικά επιχειρήματα: Α. Τήρηση της αρχής της αξιοκρατίας. Β. Αντικειμενική εκτίμηση των ικανοτήτων και αυξημένων προσόντων, όπως διδακτορικά, μεταπτυχιακά, ξένες γλώσσες, Η/Υ, σεμινάρια κ.τ.λ.

Πριν δούμε αν και κατά πόσο αυτά τα επιχειρήματα είναι πειστικά, ας θυμηθούμε συνοπτικά την πορεία εξέλιξης του τρόπου επιλογής των Διευθυντών. Για πολλά χρόνια (μετά τον Εμφύλιο και την δικτατορία) τρία ήταν τα κριτήρια επιλογής: Το πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων απ’ την Αστυνομία (τυπικά ή άτυπα), η έκθεση-αξιολόγηση του Επιθεωρητή και τα χρόνια υπηρεσίας. Μετά τη μεταπολίτευση, καταργήθηκε το πρώτο (κοινωνικά φρονήματα) και έμειναν τα άλλα δύο. Βέβαια, όποιος ήταν ανεπιθύμητος «εισέπραττε» μια αρνητική έκθεση απ’ τον Επιθεωρητή και αποκλειόταν. Αξίζει επίσης να αναφερθεί ότι μέχρι και τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 80, οι συνάδελφοι Φυσικής Αγωγής αποκλειόταν, όχι μόνο από διευθυντικές θέσεις, αλλά και απ’ τις συνεδριάσεις του Συλλόγου Διδασκόντων! Προϊόντος του χρόνου αφαιρέθηκε η έκθεση του επιθεωρητή (με την κατάργηση του θεσμού) και στα χρόνια υπηρεσίας προστέθηκε η προϋπηρεσία επ’ ωφελεία των ήδη διατελεσάντων Διευθυντών, ενώ αργότερα προστέθηκαν και διάφορα άλλα μετρήσιμα κριτήρια, ανάμεσά τους και η κοινωνική και συνδικαλιστική δράση, επ’ ωφελεία βέβαια των συνδικαλιστών και δη των κυβερνητικών παρατάξεων, που είχαν και την πλειοψηφία στα όργανα κρίσης και επιλογής, δηλαδή στα ΠΥΣΔΕ-ΚΥΣΔΕ, καθώς και η συνέντευξη των υποψηφίων ενώπιον των μελών των οργάνων αυτών. Τέλος, τα τελευταία χρόνια, αφαιρέθηκε η συνδικαλιστική και κοινωνική δράση και προστέθηκε πιο, ας πούμε, οργανωμένα η συνέντευξη ενώπιον των διευρυμένων ΠΥΣΔΕ-ΚΥΣΔΕ, καθώς και τα «αυξημένα προσόντα», που αναφέρθηκαν στην αρχή. Ταυτόχρονα θεσπίστηκε κι ένα διόλου ευκαταφρόνητο επίδομα θέσης, το οποίο σήμερα, για τους διευθυντές των Λυκείων, προσεγγίζει το μισό μηνιαίο μισθό του νεοδιόριστου εκπαιδευτικού! Ας δούμε τώρα λίγο αναλυτικότερα αυτά τα προσόντα.

Πρόκειται κυρίως για επιπλέον τίτλους σπουδών που αρχίζουν από δεύτερο πτυχίο, διδακτορικό, μεταπτυχιακό, ξένες γλώσσες, επίπεδα γνώσης Η/Υ και φτάνουν μέχρι τη συμμετοχή, εισήγηση σε συνέδρια, συγγραφή βιβλίων, δημοσιεύσεις. Όλα μοριοδοτούμενα, που αποκτήθηκαν από συναδέλφους και συναδέλφισσες είτε με εκπαιδευτικές άδειες, όταν αυτές υπήρχαν, είτε όχι. Και το κυρίαρχο ζήτημα εδώ δεν είναι αν μπορούν, όσοι και όσες θέλουν, να αποκτήσουν τέτοιους τίτλους (από άποψη χρόνου και χρήματος), αλλά αν αυτοί οι τίτλοι εγγυώνται και πόσο την διευθυντική ικανότητα και καταλληλότητα.

Με ποια λογική λοιπόν ένα μεταπτυχιακό σε κάποιον τομέα γνώσης κάνει κάποια-κάποιον ικανό και κατάλληλο για διευθυντή περισσότερο από κάποια-κάποιον που δεν τον έχει; Τι σχέση έχει με τη διοίκηση του σχολείου η εξειδικευμένη γνώση σ’ έναν τομέα των μαθηματικών, της φυσικής, της λογοτεχνίας, των αρχαίων, της ιστορίας, της θεολογίας κ.λ.; Όπως ακριβώς ένας άριστος επιστήμονας-ερευνητής (μπορεί να) είναι μέτριος έως κακός δάσκαλος, όπως ακριβώς ένας καταπληκτικός συνθέτης μουσικής δεν είναι αυτομάτως και καλός τραγουδιστής ή ένας άριστος μηχανικός αυτοκινήτου δεν είναι και καλός οδηγός αγώνων, έτσι περίπου κι ένας κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου μπορεί να μην είναι κατάλληλος για διευθυντής σχολείου.

Ένας, οποιοσδήποτε, μεταπτυχιακός τίτλος σπουδών μπορεί να είναι δείγμα ή και απόδειξη φιλομάθειας, ευρύτητας γνώσεων, εργατικότητας, αλλά δεν είναι και εγγύηση διευθυντικής ικανότητας ή καταλληλότητας. Ακόμα περισσότερο, μπορεί (και πρέπει ενδεχομένως) να χρησιμοποιηθεί για την διδασκαλία μέσα στην τάξη ώστε να ωφεληθούν οι μαθητές, αλλά δε μπορεί να αποτελεί κριτήριο για διευθυντική θέση. Είναι άσχετο!

Αλλά ας πάμε και στην προϋπηρεσία, που εδώ και δεκαετίες αποτελεί (τα τελευταία χρόνια ντε φάκτο) αμάχητο κριτήριο για την επιλογή των διευθυντών. Το μόνο που μπορεί να εγγυηθεί (κι’ αυτό όχι πάντα) η προϋπηρεσία, είναι μια εμπειρία και μια κατοχή τεχνογνωσίας (που δεν είναι δα και επιπέδου πυρηνικής φυσικής) και τίποτα άλλο. Επομένως αυτό που έπρεπε και πρέπει να είναι το ζητούμενο, δεν είναι απλώς η προϋπηρεσία, αλλά η καλή προϋπηρεσία! Και ποιός έκρινε μέχρι τώρα την «καλή προϋπηρεσία»; Στην ουσία κανείς. Περνούσε στα «μετρήσιμα κριτήρια» και τέλος! Ποιος μπορεί να την κρίνει με τη μεγαλύτερη δυνατή αντικειμενικότητα; Ο Σύμβουλος, ο Διευθυντής Εκπαίδευσης, οι Διευθυντές- μέλη του οργάνου επιλογής, οι αιρετοί( όλοι αυτοί εκ του μακρόθεν βέβαια) ή οι εκπαιδευτικοί του σχολείου, που ζουν καθημερινά τον όποιο διευθυντή και διευθύντρια, έχουν μάτια και βλέπουν, αυτιά και ακούνε; Νομίζουμε πως η απάντηση είναι αυτονόητη!

Ο τρόπος επιλογής των διευθυντών όλα αυτά τα μεταπολιτευτικά χρόνια «κούμπωνε», σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, ανάλογα με τις εκάστοτε κυβερνήσεις και το πολιτικό κλίμα, σε ένα κλειστό, συγκεντρωτικό, αυταρχικό σχολείο. Ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια της έξαρσης των νεοφιλελεύθερων μνημονιακών πολιτικών σ’ ένα φτηνό για το κράτος και ακριβό για το λαό, συρρικνούμενο ολοένα, υποβαθμισμένο σχολείο της αγοράς.

Στον μέχρι τώρα τρόπο επιλογής, διαχρονικά, κυριαρχούσε εύκολα η κομματοκρατία εφόσον μια μικρή (5 έως 9) ομάδα ανθρώπων με συντριπτική πλειοψηφία υπηρεσιακών παραγόντων του υπουργείου έκρινε τους υποψήφιους για τις διευθυντικές θέσεις. Το αποδεικνύει εύκολα η σωρεία των ενστάσεων, καταγγελιών, διαμαρτυριών στις εκάστοτε κρίσεις. Θα συνεχιστεί αυτό ή θα αλλάξει;

Δεν υποστηρίζουμε ότι ο νέος τρόπος επιλογής με εκλογή του διευθυντή απ’ το Σύλλογο Διδασκόντων είναι το απολύτως δίκαιο και αξιοκρατικό σύστημα επιλογής γιατί τέτοιο, στην ταξική κοινωνία που ζούμε, δε μπορεί να υπάρξει. Πολύ περισσότερο δεν υποστηρίζουμε ότι ο νέος τρόπος επιλογής, αν τελικά θεσμοθετηθεί έστω και πιλοτικά για ένα χρόνο, θα αλλάξει, από μόνος του, τον χαρακτήρα του σημερινού σχολείου όπως τον αναφέραμε. Για να γίνει αυτό θα πρέπει να αυξηθούν πρώτα και κύρια, και μάλιστα θεαματικότατα, τα κονδύλια για την παιδεία, κάτι που δε φαίνεται να γίνεται.

Υποστηρίζουμε όμως ότι ο νέος τρόπος είναι ο δικαιότερος και ο δυνατότερος αξιοκρατικός στις παρούσες συνθήκες. Υποστηρίζουμε ότι ανοίγει προοπτικές και δυνατότητες να λειτουργήσουν πιο δημοκρατικά, πιο δημιουργικά, πιο μορφωτικά τα σχολεία, ιδιαίτερα αν συνοδευτεί και με άλλες αλλαγές στα αναλυτικά προγράμματα, στη στελέχωση με βοηθητικό προσωπικό, στην πλήρη κάλυψη των κενών, στη μεταφορά αρμοδιοτήτων απ’ τους διευθυντές στους συλλόγους κ.τ.λ. Υποστηρίζουμε τελικά ότι θα είναι μια πρόκληση στους εκπαιδευτικούς, στους συλλόγους, να δείξουν στην κοινωνία αυτό που στην ουσία κάνουν εδώ και χρόνια: Κρατούν σε ομαλή λειτουργία τα σχολεία και προσφέρουν στα παιδιά πολύ περισσότερα απ’ όσα τους αναλογούν παρόλο που απαξιώνονται απ’ την πολιτεία.
Και στο κάτω-κάτω ποιός και γιατί φοβάται τους εκπαιδευτικούς;
Το κείμενο είναι Συλλογικό της "ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΣ ΣΥΝΔΥΑΣΜΟΣ" ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΗΜΑΘΕΙΑΣ.
*Νίκος Μπέκης είναι μέλος της κίνησης, Πρόεδρος ΕΛΜΕ Ημαθείας 

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Παρακαλούμε για τα σχόλια, να χρησιμοποιείτε Ελληνική γραμματοσειρά και σε ευπρεπές επίπεδο, όπως αρμόζει στο χώρο-χωρίς να θίγεται η τιμή και η υπόληψη κανενός πολίτη.
(«Δεν δημοσιεύονται σχόλια χυδαία και υβριστικά, καθώς και ανώνυμες καταγγελίες και χαρακτηρισμοί κατά προσώπων ή φορέων που δεν τεκμηριώνονται.”)